Όλα λοιπόν ξεκίνησαν ένα τράτζικ ξημέρωμα στα Εξάρχεια. Τον είχα ερωτευτεί παράφορα, και παρά πήρα φόρα... Τον άφησα να με περιμένει, πότε θα είμαι έτοιμη να κάνουμε σχέση, ούσα σίγουρη οτι θα το κάνει. Αλλά, Τοξότης βλέπεις...ταξιδιάρα ψυχή, με άδειασε. Στο παραλήρημα του καλοκαιρινού έρωτά μου ήπια όσο δεν πάει κι έκανα ό,τι είναι δυνατό να κάνει κάποια για να μην έρθει ποτέ πίσω σε εμένα!!!
Η ώρα είχε πάει 3.30 (έτσι νομίζω ότι είδα όταν κοίταξα το ρολόι, μπορεί να έκανα λάθος). Τα μάτια μου είχαν θολώσει, το κεφάλι μου γύριζε σελίδα και ακολουθούσα στα τυφλά τη Ζωζώ (την ξεχώρισα γιατί άστραφτε από τις πέρλες, τα μπριγιάν κ.ο.κ.). «I need coooooliiin’” τραγούδησα παράφωνα και σχεδόν ξεψυχώντας στα πόδια της Ντράνα ή αλλιώς «Σύνδρομο Πηνελόπης». Εκείνη με κατεβασμένα μούτρα, κατάλευκη (η ροζ πούδρα μας είχε αφήσει χρόνους) μέτραγε ανάποδα τις ώρες κι είχε φτάσει πολύ μακριά, τουλάχιστον ένα χρόνο πίσω. «Άμα θες cooooliin να φας ψυχρίδες!» απαντάει η Τζεν-τζέν αφηνιασμένη με βλέμμα μου πετάει βέλη ( ηχητικό εφφέ «Βρέχει καρεκλοπόδαρα»). Ψυχρίδες για την παρέα μου, είναι τα κοινά «παγάκια». Όλες την κοιτάξαμε μισομεθυσμένες, ενώ κίτρινα φωσφοριζέ ερωτηματικά αναβόσβηναν πάνω από τα κεφάλια μας. Που ήμασταν; Τι ήπιαμε; Τι ώρα είναι; Που πάμε;
Η ώρα είχε πάει 3.30 (έτσι νομίζω ότι είδα όταν κοίταξα το ρολόι, μπορεί να έκανα λάθος). Τα μάτια μου είχαν θολώσει, το κεφάλι μου γύριζε σελίδα και ακολουθούσα στα τυφλά τη Ζωζώ (την ξεχώρισα γιατί άστραφτε από τις πέρλες, τα μπριγιάν κ.ο.κ.). «I need coooooliiin’” τραγούδησα παράφωνα και σχεδόν ξεψυχώντας στα πόδια της Ντράνα ή αλλιώς «Σύνδρομο Πηνελόπης». Εκείνη με κατεβασμένα μούτρα, κατάλευκη (η ροζ πούδρα μας είχε αφήσει χρόνους) μέτραγε ανάποδα τις ώρες κι είχε φτάσει πολύ μακριά, τουλάχιστον ένα χρόνο πίσω. «Άμα θες cooooliin να φας ψυχρίδες!» απαντάει η Τζεν-τζέν αφηνιασμένη με βλέμμα μου πετάει βέλη ( ηχητικό εφφέ «Βρέχει καρεκλοπόδαρα»). Ψυχρίδες για την παρέα μου, είναι τα κοινά «παγάκια». Όλες την κοιτάξαμε μισομεθυσμένες, ενώ κίτρινα φωσφοριζέ ερωτηματικά αναβόσβηναν πάνω από τα κεφάλια μας. Που ήμασταν; Τι ήπιαμε; Τι ώρα είναι; Που πάμε;
Τι είχε συμβεί εκείνη τη βραδιά στην άλλοτε ήρεμη Τζεν-τζέν; Γιατί είχε ξεσπαθώσει; «Κορίτσια…», είπε και σήκωσε το κεφάλι σαν περήφανο παγόνι, «Νομίζω…I’M BACK!». Ναι, η «φάση» της είχε λάβει τέλος κι είχε και πάλι τον έλεγχο του εαυτού της (ή έτσι πιστεύουμε σήμερα, λίγες ώρες μετά…). Αυτή δεν ήταν η φίλη μου, ήταν «υποκατάστατο γκόμενας» που είπε ένας πρώην, από τους πιο αντιπαθητικούς που έχουν περάσει από το μεγάλο κρεβάτι της Αθήνας. Υποκατάστατο; Πάμε καλά; Μια σκύλα γεννήθηκε κυρίες και κύριοι εκείνο το βράδυ και θέλει να με παρασύρει. Ή μήπως έχω ήδη σκυλιάσει κι εγω;
«Έβγαλα και μια άσπρη τρίχα», είπε η Σκύλα Terminator. Έτσι μόνο θα μπορούσα να εξηγήσω γιατί σκύλιασε, κρίση ηλικίας έπαθε.
«Είναι ένδειξη σοφίας» της είπα.
«Μπορεί να μην είναι άσπρη, αλλά υπερβολικά ξανθισμένη. Ένδειξη χαζομάρας», σχολίασε ως πνεύμα αντιλογίας.
«Είσαι κι εσύ σε φάση, έχεις πάρει την κατιούσα, σε έχει ταρακουνήσει για τα καλά…» είπε αυστηρά η Ντράνα και εμπλούτισε το λόγο της με τους Νόμους της φυσικής (ροή, ενέργεια, δράση-αντίδραση). Εκείνη την εποχή όλοι μιλούσανε για "φάση".
«Είναι ένδειξη σοφίας» της είπα.
«Μπορεί να μην είναι άσπρη, αλλά υπερβολικά ξανθισμένη. Ένδειξη χαζομάρας», σχολίασε ως πνεύμα αντιλογίας.
«Είσαι κι εσύ σε φάση, έχεις πάρει την κατιούσα, σε έχει ταρακουνήσει για τα καλά…» είπε αυστηρά η Ντράνα και εμπλούτισε το λόγο της με τους Νόμους της φυσικής (ροή, ενέργεια, δράση-αντίδραση). Εκείνη την εποχή όλοι μιλούσανε για "φάση".
Φτάσαμε σπίτι, άρχισα να μασουλάω τις ψυχρίδες και να μη χορταίνω με τίποτα. «Πεθαίνω» ακούστηκε στο δωμάτιο κι η Σύνδρομο Πηνελόπης άρπαξε φωτιά. «Τι είπες; Τι; Πεθαίνεις; Πεθαίνεις για τη γλυκοπατάτα (aka ο Τοξότης); Θες να τρελαθώ;» άρχισε να ουρλιάζει και να σπάει ποτήρια. Είχε πλέον αγανακτήσει, κι έτσι όπως ήταν σε «υστερική ταύτιση» άρχισε να απαγγέλει ποίηση του Λόρδου Byron.
Το επόμενο βράδυ η Μπέμπα κι εγω προσγειωθήκαμε στο γνωστό μπαρ. «Μα τι έχεις πάθει;» με ρωτάει ο μπαρμαν λαχανιασμένος. Ο Χόρχε, ο γνωστός πλέον και ως «Μπαρμανάκος» μου έφτιαξε κοτέιλ με όνομα «Zombie», και μόνο που σε βλέπει ξέρει τι σου ταιριάζει… Τώρα μπορούμε να γελάσουμε ξανά. Έχει πάει 12.30, στέλνω «ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ» στη Ντράνα, κι ήταν μήνυμα με βαθύ νόημα και σαφώς ακατάλληλου περιεχομένου (ηχητικό εφφέ «παρακαλώ απομακρύνεται τα παιδιά από την οθόνη»). Κι απαντάει… «Χα-χα, τρελή μεταμεσονύκτια ευχή! Ευχαριστώ ! Η Κατακουζήνα σου σε αγαπά πολύ γι’ αυτό παθαίνει υστερική ταύτιση! Εύχομαι να γίνουμε πολύ ευτυχισμένες, όλες μας!».
Νόμιζα οτι πέθαινα. Άκουγα Βίσση και χτυπιόμουνα. Αλλά με τέτοιες φίλες...Σα να βλέπω λίγο φως στο τούνελ επιτέλους… Maybe its time for all of us to… be back! (not to the island.. Κι η Αθήνα καλή είναι τελικά)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου