Το μεγαλύτερο πρόβλημα
της καρδιάς, είναι η κακή της όραση. Η ανθρώπινη καρδιά δε βλέπει καθαρά. Έχω φίλους
που είναι βαθιά και πιστά ερωτευμένοι μεταξύ τους για χρόνια και δε το παραδέχονται
ούτε στον εαυτό τους. Έχω γνωστούς, που δε βλέπουν ότι ο δρόμος που διαλέγουν
δεν οδηγεί πουθενά. Και κάποιους άλλους, που δεν αντιλαμβάνονται την σημαντικότερη
αξία της ανθρώπινης ύπαρξής τους, που είναι η αξιοπρέπεια. Η καρδιά δε τα βλέπει
όλα αυτά. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα. Έχει και πρόβλημα με το στόμα.
Η καρδιά δεν ελέγχει το στόμα με αποτέλεσμα αυτό να ανοίγει και να εκτοξεύει ασυμμάζευτες
χοντράδες. Όλα αυτά συμβαίνανε, ενώ είχαμε μαζευτεί να γιορτάσουμε τα γενέθλια
του Mr.LovaLova.
Ο mr.LovaLova ήρθε σχεδόν τελευταίος. Στην αρχή όλα έμοιαζαν
βαρετά και κάπως «προγραμματισμένα». «Τα 33 είναι τα νέα 23!», του είπα τρυφερά,
παρότι είχα σκεφτεί πολύ πιο έξυπνες και πρόστυχες ατάκες. Η Τζέν-τζέν ήταν απούσα
για άλλη μια φορά. Αυτός που Συμπαθούμε Όλοι έψαξε όλες τις ακριτικές περιοχές της
Αττικής, εντόπισε τους εορτάζοντας και βρήκε τον πιο μακρινό φίλο του που εορτάζει
για να πάνε εκεί. Μεθοδικός αποσυντονισμός, ύπουλος και έξυπνος. Η Ρούνι – ρούνι
είχε πάθει εκνευρισμό. Ξεκινούσε να έρθει στη γιορτή και όλο κάτι προέκυπτε και
την εμπόδιζε να φτάσει. Ένιωθα λίγη μοναξιά, γιατί ούτε η Ντράνα είχε καταφέρει
να έρθει. Ο Dexter είχε βάλει τα καλά του και φούσκωνε μπαλόνια
και η Ζωζώ με τη Μικρή ζωγράφιζαν κι έγραφαν πάνω σε αυτά.
Σε λίγο καταφθάνουν
δύο αρσενικά πιπίνια, φίλοι της Ζωζώ και σχεδόν ταυτόχρονα το Μπούτι, φίλη του Dexter. Το Μπούτι πολιορκήθηκε από τα πιπίνα, αλλά δεν είναι
αυτό το θέμα. Ήταν κι αυτό, «αυτονόητο», όταν ντύνεσαι Μπούτι, το πράμα πάει από
μόνο του. Η φρεσκοχωρισμένη Ζωζώ είχε βρει τον εαυτό της ξανά. Πέρλες, στρας και κρύσταλλα σβαρόφσκι
κρεμόντουσαν από το κορμί της, καθώς το κουνούσε αλά Μπιγιονσέ, όπως παλιά. Η
Ψυχολόγα ήταν αψυχολόγητα απασχολημένη με το candy crush και η Μπέμπα ήρεμη, όπως η θάλασσα πριν
την καταιγίδα. Ένιωθα όλο το βράδυ ότι κάποιον περιμένουμε, για να γίνει χαμός.
Ποιος λείπει από το κόνσεπτ για να ανάψουνε τα αίματα;
Πάνω που σκεφτόμουν
ποιος, έρχεται και ο Tony. Βγάζει μπουφάν και σκούφο με μια γρήγορη
χορευτική κίνηση και πάνω στη στιγμή, μπαίνει rock&roll κι ο Tony ο χορευταράς αρχίζει να πετιέται μία δεξιά, μια αριστερά, να πειράζει τα
κορίτσια, να κάνει στροφές γύρω από τον εαυτό του, γύρω από τα κορίτσια, πιρουέτες,
να με πετάει από δώθε, να με αρπάζει από κείθε. Κι έτσι άρχισε ο χορός. Όπως έχω
πεταχτεί πάνω στον τρελό χορό μου και το μαλλί μου κρύβει τα μάτια (όχι τα μάτια
της καρδιάς, αλλά τα πραγματικά μου μάτια…) φυσάω δυνατά, τινάζω το κεφάλι προς
τα πίσω όλο τσαχπινιά και ποιον βλέπω μπροστά μου; Τον Δούκα le Dik. Δηλαδή, μπορούσα
να δω τον Κακό Λύκο, ή ακόμα και τον Γλυκοπατάτα, και να μη μου κάνει εντύπωση.
Ο Tony με ξανατραβάει κοντά του για ακόμη μία σβούρα, τα πόδια του πετάγονται έξαλλα
σαν άγριες φωτιές, προσπαθώ να γυρίσω το κεφάλι να κοιτάξω καλύτερα, μήπως δεν
είδα καλά; Μήπως με πείραξε το ποτό; Ο Tony όμως είναι ασυγκράτητος,
απλώνει τα χέρια, με ξανατραβάει κι απότομα με πετάει στον αέρα. «Είδαν όλοι το
βρακί μου, δεν παίζει να μη το είδαν όλοι…», σκέφτομαι και κατά την προσγείωση
γλιστράω και με περνά κάτω από τα πόδια του. Με σιξοκλόκ περνάει το πόδι του πάνω
από το κεφάλι μου και… «ΣΤΟΠ!», του ουρλιάζω ενώ οι παλμοί της καρδιάς μου μού έχουν
προκαλέσει δύσπνοια πλέον. «ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ!», του λέω και γυρίζω επιτέλους να
κοιτάξω, πριν το βγάλω ανακοίνωση και ταραχτεί ο κόσμος. Εκείνη τη στιγμή, βλέπω
τον Dik να αρπάζει από τα μαλλιά τη Ζωζώ και κάτι να της λέει. Τρέχω στο τραπέζι να
αρπάξω τα τσιγάρα μου κι είμαι αποφασισμένη να πάω κατά εκεί, αλλά μέχρι να το
κάνω, έχουν εξαφανιστεί. «ΠΟΥ ΕΙΝΙΑ Η ΖΩΖΩΩΩΩ;?» ξεφωνίζω σε όλους κι η γλώσσα
μου ροδάνι δεν προλάβαινε να εξηγήσει γιατί τόση αγωνία; Τρέχω σα τρελή στην
τουαλέτα, πιάνω στα πράσα και πάνω στο κατούρημα διάφορους άλλους θαμώνες, ουστ
κι αυτοί, τρέχω στον επάνω όροφο, ένας σερβιτόρος που με έχει δει να πατάω επι
πτωμάτων και με λύσσα κρουέλα ντεβίλ να ανοίγω πόρτες, με πλησιάζει και για να
με σταματήσει ρωτάει «την τουαλέτα ψάχνετε;». Αι στον κόρακα κι εσύ, πανάσχετε!
Από εσένα περίμενα να μάθω που είναι οι τουαλέτες! Α ρε κακομοίρηηηηη και να ήξερες.
«Όχι, Τις έψαξα πριν. Άνθρωπο χάσαμεεεεε!».
Κατεβαίνω σαν
αφηνιασμένο άλογο τις σκάλες, φοράω τακούνια, με τσακίζουν και με εμποδίζουν
επομένως περπατάω με τα πόδια ανοιχτά σα καβούρι και σχεδόν κουτσαίνοντας πετάγομαι
στο δρόμο ξεμπράτσωτη και καταιδρωμένη. Ο Le Dik είναι εκεί και ετοιμάζεται να φύγει, αλλά
η Ζωζώ άφαντη. Σα να άνοιξε η γη και την κατάπιε…
Λίγο μετά βλέπω μια
απέραντη λάμψη να έρχεται προς το μέρος μου. Ήταν η Ζωζώ κι οι πέρλες της με τα
πιπίνια. "Δε θα αφήσω τίποτα να μου χαλάσει τη διάθεση!", είπε. Ξεφύσηξα και η βραδιά συνεχίστηκε. Γράψαμε ιστορία. Ήμασταν όλοι σα να μας βάρεσαν ενέσεις
αδρεναλίνης. Κι ήταν η πρώτη φορά στα χρονικά, που αφήνουν άνθρωποι 50 ευρώ
πουρ μπουάρ…Δε συζητώ για το λογαριασμό. Τύφλα όλοι εκτός από τη νηφάλια Μπέμπα, που ήταν η μόνη σε θέση να
μου αφηγηθεί όσα έγιναν μετά την αποχώρησή μου, την οποία δε θυμάται κανείς αλλά
ούτε κι εγώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου