Ήταν πολύ νωρίς,
κατευθυνόμασταν προς άλλο στέκι μα όχι, ο δρόμος και πάλι ήταν κλειστός. Μέχρι
να παρκάρω η Μπέμπα με τη Τζέν-τζέν είχαν ήδη καθίσει στο P.U, λόγω της Ζωζώς που ήταν εκεί ήδη, για φαγητό με τον καλό της. Κάπως έτσι
καταλήξαμε πάλι στο ίδιο τραπέζι, με τρεις αθώες ζεστές σοκολάτες, σε σχετική
ηρεμία, μέχρι που ήρθε ο κόσμος ανάποδα. Η Συντέλεια. Melancholia σου λέω… Η Thinkerbelle με εντοπίζει μέσω δορυφόρου, «τι κάνεις εκεί τέτοια
ώρα; Φύγε από εκει μέσα! Πήγαινε σπίτι! Έσω έτοιμη! Είναι απόψε…». Το μήνυμα ελήφθη…
Θα είχαμε απροσδόκητες συναντήσεις. «Μια χαρά είμαι, δεν έχω να πάω πουθενά!»,
είπα κι ήπια άλλη μια γουλιά. «Ωραία. Πείθω για ψύχραιμη;», ρωτάω τη Μπέμπα. «Όχι»,
απαντά λακωνικά και κοφτά. Σε κλάσματα δευτερολέπτου έχω αρπάξει τη Τζέν-τζέν
και το Τζέρυ (ήταν κι αυτός εκεί) και σαν την Κρουέλα Ντεβίλ περνάω όλα τα κόκκινα
φανάρια προκειμένου να φτάσω σπίτι μου, να αφήσω στο Τζέρι, να αρπάξω το όπλο
μου και να επιστρέψω.
-
Βάλτο
στην τσάντα σου… λέω στη Τζέν-τζέν
-
Όχι!
Βάλτο στη δική σου! Δεν κουβαλάω εγώ τέτοιο πράμα!
-
Δεν
χωράει στη δική μου, θα φαίνεται!
-
Εεεεεε,
δεν ξέρω! Δεν ξέρω!
-
Οκ,
θα το αφήσουμε στο αυτοκίνητο και το κρίμα στο λαιμό σου!
-
Σιγά τις
στροφές! Με έχει πιάσει πονοκέφαλος! Ενώ
παράλληλα πάλευε να λύσει έναν κόμπο- τζίβα
στα μαλλιά της και η κεντρομόλος δεν την άφηνε να κοιταχτεί στο καθρεφτάκι.
«Ο.Κ. Κυκλοφορώ
κι οπλοφορώ», απαντώ στην Thinkerbelle στην
επιστροφή μου. Η Μπέμπα κι η Ζωζώ σα να το είχαν ξαναζήσει το εργάκι… Η Ντράνα
ως συνήθως ήταν ακόμη στο σπίτι της, ζήτησα ολομέλεια γιατί πέντε μυαλά είναι
καλύτερα από ένα. «Ντάξει, αν δεν πεθάνω θα έρθω…», είπε συναχωμένη. Λίγο να τρέξει
η μύξα, η Ντράνα νιώθει μελλοθάνατη. Άσε που τώρα τελευταία τρώει ασταμάτητα
για να καρδαμώσει, μήπως κι αυτή η φιλ-ασθένειά της εξασθενήσει. Μέχρι να έρθει
η Ντράνα ένας μυστηριώδης ώριμος άνδρας με μουστάκι πλησιάζει και κάθεται στο
τραπέζι μας. Τα σφηνάκια πέφτουν βροχή, παρότι δεν πρέπει να πίνω εν ώρα εργασίας,
η Μπέμπα μου έδωσε και τα δικά της καθότι έκρινε απαραίτητο να με ηρεμήσει πριν
κάνω καμιά τρέλα. Ευτυχώς που ήρθε κι αυτός ο κύριος και μιλήσαμε λίγο για τα
πολιτικά χάλια της χώρας μας, μήπως και η γκομενο-συζήτηση έπαυε να απασχολεί
το 80% του εγκεφάλου μας. Σύντομα όμως έφυγε κι όταν ξανακοίταξα το ρολόι είχε
περάσει η ώρα της κρίσης κι όπως εύκολα θα παρατηρούσε κανείς, δεν είχε αρχίσει
η μάχη ακόμα. Έφτασε και η Ντράνα και μεταφερθήκαμε στα ενδότερα, η μουσική πάντα
βοηθάει.
Το ευτύχημα ήταν ότι
πάλι έπαιζε μουσική ο Dj Mo, επομένως μου έβγαινε πιο φυσικά το κούνημα. Συνήθως, σε μια τέτοια κατάσταση
αγωνίας και παράνοιας, τα πόδια σου κουνιούνται από εκνευρισμό και όχι από το bit. Η Τhinkerbelle μπαίνει
στο χώρο με ένα πολύ εντυπωσιακό φόρεμα, χαιρετά τα πλήθη κι έρχεται να μου δώσει
το φάκελο με τα στοιχεία. «Ψυχραιμία», προτείνει. Τον σκίζω με τα δόντια, ποια
ψυχραιμία καλή μου; Εδώ παίζονται τα κεφάλια μας! «Ένοχος!», σκέφτομαι διαβάζοντας
τα στοιχεία της ανάκρισης, του βασικού μάρτυρα- σπιούνου. «Παραιτείσαι;», ρωτά
η Thinkerbelle με μια χροιά ειρωνείας, γνέφω
καταφατικά, κουρασμένη πλέον από την κατασκοπία, την αγωνία και γενικότερα την
παράνοια. Εκείνη κάνει έναν μορφασμό, δεν φάνηκε ικανοποιημένη από την απάντηση
που πήρε, «τόσο εύκολα; Θα τον αφήσεις στην άλλη;».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου