Όλα ξεκίνησαν ένα τράτζικ φθινοπωρινό ξημέρωμα στα Εξάρχεια… (Σεπτέμβριος,2010 - Ιανουάριος 2014)

20110523

Ο Σωσίας! Season 1, Ep.13


Ξημέρωσε Παρασκευή, Οκτώβριος 2005.  Ή τέλος πάντων, σαν 2005. Άλλωστε, όλοι νιώθουμε σαν ένα δεκαοχτάρη στην καρδιά μας.  Το «σαν» γενικά, θα παίξει πολύ αυτή τη φορά.  Λοιπόν, το 2005, κολλάει στο ότι επιτέλους ήρθε η τρίτη της παρέας, της πρωτογενούς παρέας δηλαδή.  Όλα τα υπόλοιπα «σαν» κολλάνε στο ένδοξο πρόσφατο παρελθόν.

Η Ρούνι- ρούνι είχε προσγειωθεί στα πάτρια εδάφη προκαλώντας σάλο στη μπλογκόσφαιρα και τα διεθνή δίκτυα. Κυρίως στα Ρώσικα. «Shes gone!» βιάστηκε να συμπεράνει η Αρεζό, γνωστή πικρόχολη καργιόλα, σαν τη δική μας ντόπια Μελένια Κολημένου. Η Αρεζό, κουκουλωμένη με τη πλαστική γούνα της, έτριβε χέρια και πόδια από τη χαρά της, στη μακρινή Ρωσία, πιστεύοντας ότι η Ρούνι- ρούνι εγκατέλειψε και γύρισε πίσω στην Ελλάδα. Όμως είχε έρθει μόνο για το Σαββατοκύριακο. Όπως κάθε απλός άνθρωπος που διαθέτει λιαρ τζετ άλλωστε. Και που θα τη βγάζαμε; Στο γνωστό μέρος, που μαζευόμαστε σε αναχωρήσεις και αφίξεις, σε συμφιλιώσεις, επανασυνδέσεις και αποχαιρετιστήρια. Το χαρμόσυνο γεγονός γιορτάστηκε μέχρι τελικής πτώσεως. Κι η πτώση, ήταν στο κενό, εντελώς όμως. 

Ο Εξάδελφος της Ρούνι- ρούνι, ο Dr. Speak, είχε έρθει με το φίλο του, Dr. T, η Τζέν- Τζέν κουτσομπόλευε με τη Ντράνα, εγώ χόρευα με το αμόρε κι η Ρούνι- ρούνι δοκίμαζε ό,τι κοκτέιλ είχε εφευρεθεί από το καλοκαίρι έως σήμερα, για να καλύψει το κενό.  Κι έτσι όπως χόρευα σαν ανέμελη παιδούλα, παρατηρώ τον απέναντι κι από την ταραχή στραμπουλάω το πόδι μου.  Παρκάρω το αμόρε στην Ρούνι- ρούνι κι επιτίθεμαι στο δίδυμο Ντράνα- Τζέντζέν. «Όχι, δεν γίνεται! Κοιτάξτε πως χορεύει… Κοιτάξτε τι κάνει… Κοιτάξτε καλά… Σε ποιον μοιάζει;» τους λέω και περιμένω με ανυπομονησία την απάντηση. «Όου! Είσαι σαν τον… Oh mon Dieu!» λέει η Ντράνα και πιάνει μια καροτί τούφα, να έχει κάτι να τραβάει. «Και κοίτα τι πίνει…», συμπλήρωσα για να αποδείξω πόσο διαστροφική παρατηρήτρια είμαι.  «Μπα…» λέει η Τζέν- τζέν και προσπαθούν να μου αποδείξουν ότι τελικά δεν μοιάζει με τον… «Ωραία! Πήγαινε ρώτα τον τι πίνει!» επιμένω. Κι είχα δίκιο που επέμεινα. Αφού το μύρισα, αυτή η μυρωδιά έχει μείνει ανεξίτηλη στα ρουθούνια μου. Άμα σου λέω εγώ ότι βρήκα το Σωσία… Τον βρήκα!( κι όμως την έβαλα να ρωτήσει και το έκανε, 100% αλήθεια).

«Ωχ! Να-να-να… Γελάει σαν … μα είναι ίδιο αυτό το χαμόγελο! Και ο τρόπος που κορδώνεται…» αφηνιάζω . Στο μυαλό μου παίζουν σκηνές από διάφορες ταινίες του Τομ Κρουζ και φαντάζομαι να πηγαίνω κοντά στο Σωσία, να του τραβάω τα μάγουλα με μανία, μέχρι να του βγάλω τη μάσκα. Δεν ήταν μάσκα, ήταν απλά «σαν». Σαν κατάρα που με κυνηγάει και δεν με αφήνει να ησυχάσω δηλαδή.  «Δε νομίζω ότι μοιάζει  τόσο, μήπως εσυ είσαι πολύ τενρεμυωνέ (αναγραμματισμός για ευνόητους λόγους, πλέον ούτε να το γράψω δεν μπορώ) και νομίζεις ότι  τον βλέπεις παντού;» πετάγεται η Ρούνι- ρούνι. « Ρούνι- ρούνι, δεν πιάνεσαι για μάρτυρας, γιατί δεν τον έχεις δει live ποτέ», τη διορθώνω .  Τι έρωτα μου λες κι εσυ; Εδώ μιλάμε για ύποπτη ομοιότητα! (παρεμπιπτόντως, αυτή τη στιγμή βλέπω  ντοκιμαντέρ στο «πρίσμα+» για το πώς σφάζουν τα γουρούνια κι από την υπερένταση μου φαίνεται ξεκαρδιστικό. Βγαίνει ο Χάνιμπαλ από μέσα μου σιγά, σιγά).

Δεν θα επέμενα τόσο, αν δεν τον είχα δει και να περπατάει. Ντάξει πες το χαμόγελο μου φάνηκε. Ο χορός πάει στο καλό… Το ποτό, είναι διαδεδομένο. Το περπάτημα; Ίιιιιιιδιο κι αυτό. Και το αποκορύφωμα: Συναντιούνται μια- δυο φορές τα βλέμματά μας . Δεν μπορώ να το αποδείξω, αλλά… ήταν «σαν» … τόσο «σαν» που τρομάζω και να το ξεστομίσω. Θέλω να αγιάσω και δεν μπορώ…
«Αμόρε, πάμε! Φεύγουμε!», λέω αποφασισμένη να μη  ξανακυλήσω στο βούρκο με τα γουρούνια, να μη ξαναβουλιάξω στην κινούμενη άμμο, να μη ξαναπέσω στη λήθη της απαρχής, να μη  ξαναγίνω κι εγώ «σαν» εμένα πριν λίγο καιρό. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: