Όπως λέμε « μου ανάβεις το λαμπάκι», έτσι κι οι Maks με αναμμένα τα λαμπιόνια, οδηγήθηκαν στα σκαλοπάτια του Pere Ubu για ακόμη μια επική Κυριακάτικη βραδιά.
Η Τζέν-τζέν, μόλις είχε επιστρέψει απο την εκδρομή στην Αράχοβα , τα αφτιά της είχαν τάση προς μεγέθυνση από το κρύο. Η Ντράνα, ένιωθε την απελευθέρωση από τα Γαλλικά τόσο έντονη, που δεν χόρταινε να παίρνει βαθιές ανάσες μολυσμένου από τη νικοτίνη αέρα. «Τελείωσα! Τελείωσα! Είμαι η Ντράνα και μόλις τελείωσα» αναφωνούσε, πίνοντας το posh κοκτέιλ «milk fruit punch» (σχόλιο της αφηγήτριας «ΜΠΛΙΑΞ!»). Κι η Ζωζώ… Αχ, η Ζωζώ, μέτραγε αντίστροφα τις μέρες, αναμένοντας τη μεγάλη επιστροφή της Μπέμπας… Κι εγώ; Ήμουν εν εξάλλω (ως συνήθως) και μεταξύ διάθεσης «party» και «δεν θέλω να ξέρεις, πως για σένα είμαι σκόνη, είμαι χώμα».
Μέσα στη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, ένα τρενάκι, τροφοδοτημένο με σφηνοπότηρα άδεια ή γεμάτα (ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει… το χέρι μας) πηγαινοερχόταν πάνω στη μπάρα. Ο Χόρχε και ο GPP , χοροπηδούσαν σιγοτραγουδώντας «Ρούντολφ το ελαφάκι» και φορώντας στα κεφάλια τους το all time classic και το μοναδικό αποδεκτό, ΚΕΡΑΤΟ του ομώνυμου xmas symbol. Τα κέρατα, πέρασαν από τα κεφάλια ολονών (εκτός από του δικού μου, διότι έχω μια ευαισθησία στο «κέρατο» γενικά). Ο Mexican είχε επίσης εγκλιματιστεί και οι μουσικές του επιλογές έκαναν τα πατώματα να τρέμουν, τα ταβάνια να ραγίζουν, τα τζάμια να τρίζουν κ.ο.κ. «Santa baby» τουρού τουρού τουρού –ρου, ρου , ρού…
Στην άλλη άκρη της Αθήνας, το Καλαμάρι- γνωστό και ως Κλαίρη, είχε μόλις γυρίσει από τη Σαλόνικα και αρνούταν πεισματικά να αδειάσει τις βαλίτσες. Την ίδια στιγμή, ο Νεκρός, ή αλλιώς Λιόλιος (σκηνοθέτης, φωτογράφος, σεναριογράφος, ηθοποιός, χάκερ κτλ) μελαγχολούσε κοιτάζοντας το ταβάνι. Και κάποιος άλλος, εντελώς εκτός χριστουγεννιάτικου πνεύματος, έψαχνε στο google ξόρκια, που απομακρύνουν τα κακά πνεύματα από τα site κοινωνικής δικτύωσης. Βέβαια, θα ξέχασε πως τα καλά κορίτσια πάνε στον παράδεισο, μα τα κακά (κορίτσια, πνεύματα, τι σημασία έχει) ΠΑΝΕ ΠΑΝΤΟΥ. Μπουχα-χα-χα-χα!
Ξάφνου, τρία αναπάντεχα σφηνάκια έρχονται από την άλλη άκρη του μπαρ. «Μα είμαστε τέσσερις!» βροντοφωνάζει εκνευρισμένη η Τζέντζέν. Λοξοκοιτάζω τον Χόρχε. Θα ήθελε να με τιμωρήσει που δεν έβαλα το κέρατο στο κεφάλι μου, σκέφτηκα. Δεν πειράζει, πιείτε τα είπα και αγριοκοίταξα τον Μπαρμανάκο όπως μόνο εγώ ξέρω. Σε δευτερόλεπτα, το σφηνάκι μου έχει καταφθάσει (και είναι σπέσιαλ). Μόνο που ο σφηνακο-κεραστής δεν ήταν ο Μπαρμανάκος – τσάμπα το δολοφονικό βλέμμα. Ήταν ο κοντός αναμαλλιασμένος Παιδεραστής. Αυτός, που κάθε βράδυ μετράει από το 1987 έως σήμερα και προσπαθεί να βγάλει τη Τζέντζέν ανήλικη. Πήρε τα πόδια του κι ήρθε. Η γλοιώδης φυσιογνωμία κάνει μπαμ από μακριά. Αυτή τη φορά είχε σκοπό να εφαρμόσει το «ο επιμένων νικά», αλλά δεν του τα είχαν πει καλά. Στο δεύτερο «όχι» της Τζέντζέν, ανατροφοδότησα το σύστημα με περίσσια κακία και ξεστόμισα «Όταν κάποιος σου λέει Όχι, είναι ΟΧΙ». Του έδειξα την πόρτα και του προσγείωσα την ιπτάμενη τούφα του στο κούτελο. Έπρεπε κάποιον να αγριοκοιτάξω τέλος πάντων!
Τσούγγρισα το πονεμένο cuba libre με τον αδικημένο Χόρχε κι άνοιξα το δρόμο της συμφιλίωσης. Δεν μπορεί, κάτι καλό έχει μείνει μέσα στην καρδιά μου… Το πνεύμα των Χριστουγέννων νίκησε… Εγώ είμαι η looser της υπόθεσης!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου